Δευτέρα 9 Αυγούστου 2010

Δυο αγαπημένα ποιήματα, πολύ

Charles Baudelaire

Πρέπει να 'σαι πάντα μεθυσμένος. Εκεί είναι όλη η
ιστορία: είναι το μοναδικό πρόβλημα. Για να νιώθετε
το φριχτό φορτίο του Χρόνου που σπάζει τους ώμους σας
και σας γέρνει στη γη, πρέπει να μεθάτε αδιάκοπα.
Αλλά με τι; Με κρασί, με ποίηση ή με αρετή, όπως σας
αρέσει. Αλλά μεθύστε.
Και αν μερικές φορές, στα σκαλιά ενός παλατιού, στο
πράσινο χορτάρι ενός χαντακιού, μέσα στη σκυθρωπή
μοναξιά της κάμαράς σας, ξυπνάτε, με το μεθύσι κιόλα
ελαττωμένο ή χαμένο, ρωτήστε τον αέρα, το κύμα, το
άστρο, το πουλί, το ρολόι, το κάθε τι που φεύγει, το
κάθε τι που βογκά, το κάθε τι που κυλά, το κάθε τι
που τραγουδά, ρωτήστε τι ώρα είναι, και ο αέρας, το
κύμα, το άστρο, το πουλί, το ρολόι, θα σας απαντήσουν :
"Είναι η ώρα να μεθύσετε!
Για να μην είσαστε οι βασανισμένοι σκλάβοι του Χρόνου,
μεθύστε, μεθύστε χωρίς διακοπή!
Με κρασί, με ποίηση ή με αρετή, όπως
σας αρέσει"

-Ο άνθρωπος με το ταμπούρλο, Τάσος Λειβαδίτης

Πιστεύω σε κείνον που χτίζει, κι αγεροκρέμεται μες στον ουρανό,
σαν Θεός, και κατευνάζει το χάος,
πιστεύω σε κείνον που θερίζει, και το δρεπάνι του κυματίζει ολόφωτο
σαν τα λαγόνια της αγαπημένης μου,
πιστεύω σε κείνον που αγαπάει, όπως πιστεύω και σε κείνον που μισεί,
πιστεύω σε κείνον που αμαρτάνει και ζητάει με δάκρυα να τον συγχωρέσουν
πιστεύω και σε κείνον που αμαρτάνει συγχωρνάει μοναχος τον εαυτό του
και προχωράει,
πιστεύω στη μέρα που σου δίνει τα πράγματα μες στο φως
πιστεύω και στη νύχτα που ξαναδίνει τα πράγματα μες στην καρδιά σου,
πιστεύω στο αλάτι και στο κάρβουνο, στις μέλισσες και τα παιδιά
πιστεύω στις πολιτείες, που η βουή τους, σαν τους ραψωδούς,
έξω απ' το παράθυρό σου, τραγουδάει την οδύσσεια της καθημερινότητας,
πιστεύω και στη σιωπή, τα βράδια, στους κάμπους,
όταν ακούς ν' αναστενάζουν από γήινη ευτυχία τα καρπούζια,
πιστεύω στους αντρείους, όπως πιστεύω και στους δειλούς,
και τρέχω μ' εκείνον που χυμάει στην έφοδο και πέφτει μες στις σφαίρες και το θρίαμβο,
και πέφτω κι εγώ μαζί του,
και φεύγω με κείνον που λιποτακτεί και κλαίει, και που είναι απ' όλους
περιφρονημένος - μα ζωντανός.
Και κλαίω κι εγώ μαζί του.
Η αφθονία της πίστης μου είναι ένας άλλος, έκτος, δίχως όνομα, ωκεανός,
που ταξιδεύω πάνω του
χωρίς χάρτες και τιμόνια, με μόνο την καρδιά για οδηγό,
γιατί η αγάπη πούχω μέσα μου μπορεί κι ένα ακυβέρνητο καράβι
να τ' οδηγήσει στο δρόμο το σωστό,
πιστεύω στα κατώφλια, στα γυμνά ποδάρια, στους σιδερένιους γερανούς και τα πορτοκάλια,
πιστεύω και στον ανθρωπάκο, στη γωνιά του δρόμου, που βγάζει το καπέλο του
και χαιρετάει ταπεινά, την ώρα που οι άλλοι τον σκουντάν και τον χλευάζουν.
Και δοξάζομαι κι εγώ μαζί του.
Πιστεύω στους μεγάλους εφευρέτες, τους ήρωες, τους ποιητές,
που αλλάζουνε, με μια χειρονομία, τη γεωγραφία και τα πεπρωμένα
πιστεύω και στα ταπεινά βόδια που σηκώνουνε στη ράχη τους,
σα δόξα, το αιώνια ανάλλαχτο κι ολοπόρφυρο δειλινό,
πιστεύω σε σας που κρατάτε ψηλά τις σημαίες και προχωράτε μες στον ενάντιο άνεμο,
πιστεύω και σε σένα που σηκώνεις σα σημαία την καρδιά σου,
και προχωράς μες στο ενάντιο πλήθος.
Πιστεύω στο άπειρο, μπορώ να κάθομαι ώρες και να διαβάζω τον ουρανό,
τα χείλη μου είναι βαρειά απ' την κερήθρα των άστρων
και συχνά έστειλα την ψυχή μου να παραθερίσει στο άγνωστο,
πιστεύω και στη γλυκειά ετούτη γη, γεμάτη μαχαιρώματα
και ζεστούς γυναικείους κόρφους,
πιστεύω στο χώμα, αυτό το χώμα που πατάω και που με καρτερεί
κει κάτω, μες στη σκοτεινιά, όπου σαλεύουν οι ρίζες,
κοιμούνται οι νεκροί, και τραγουδάνε κιόλας μεθυσμένα τ' αυριανά κρασιά,
πιστεύω και σε κείνα που δεν πιστεύω,

Αμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου